Η πορεία μεγέθυνσης του εξτρεμιστικού και τρομοκρατικού Ισλάμ στα Βαλκάνια, πλην των πτυχών που άπτονται σε θέματα ασφάλειας και αυτών των διεθνών σχέσεων, έχει και μια ξεκάθαρη διαπλοκή με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα οποία χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση πόρων για τη διεξαγωγή προπαγανδιστικών αποστολών αλλά και “μαύρων επιχειρήσεων”. Στο παρακάτω κείμενο θα παρουσιαστεί συνοπτικά μια πτυχή του θέματος και συγκεκριμένα ίδρυμα που εδρεύει στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Η “Vakufska Banka D.D. ( Vakufska Bank) , εδρεύει στη Βοσνία στη διεύθυνση της οδού Ferhadija 2, Τ.Κ 71000 στο Σεράγεβο και το τηλ. είναι 00387 71 2005971. Ιδρύθηκε το 1992 και ο γενικός διευθυντής της είναι ο Amir Rizvanovic. Η τράπεζα έχει 70 στελέχη και ανταποκριτές σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, Γερμανία κ.α. Στη Βοσνία έχει υποκαταστήματα στο Μόσταρ, στο Μπίχατς και τη Ζένιτσα.
Στην οικονομική της κατάσταση το 2002 ανέφερε ίδια κεφάλαια του ύψους των 9,3 εκ. Δολαρίων και ενεργητικό 28,67 εκ. Δολαρίων. Το ίδιο έτος συγχωνεύτηκε με την Depozitna Banka.
Η τελευταία ήταν τράπεζα ιδιοκτησία του περιώνυμου Σαουδάραβα επιχειρηματία Yasin al Kadi που κατείχε ποσοστό 44,3% ενώ ένα 44,2% κατείχε η εταιρεία Mahmal Investments Company, μια οφσορ με έδρα τη νήσο του Μαν. Η έδρα της τράπεζας ήταν η οδός Vrazova 9 στο Σεράγεβο και βρισκόταν από το 2000 στο μικροσκόπιο των διεθνών αρχών για συμμετοχή στη χρηματοδότηση της διεθνούς τρομοκρατίας.
Η Βοσνιακή τράπεζα Vakufska Banka λειτουργεί ως επίσημος ανταποκριτής συναλλαγών για την ελεγχόμενη από Σαουδάραβες Αl Baraka τράπεζα και έχει σχετιστεί με υπόθεση διεθνούς τρομοκρατίας.
Αναλυτικότερα, ο οικονομικός υπεύθυνος της Αλ Κάιντα στην Ισπανία, Μοχάμεντ Γκαλέμπ Καλαγιέ Ζουαγντι και χρηματοδότης της περιβόητης «Ομάδος του Αμβούργου» που οργάνωσε εν πολλοίς την 11/9, μετέφερε 97.000 δολάρια μέσω Al Baraka τον Ιούλιο του 2000. Τα χρήματα τα διαχειρίστηκε ο «Κούριερ» της οργάνωσης Μοχάμεντ Μπάιαχα γνωστός και ως Αμπού Καλέντ. Παρόλο που ήταν γνωστός στην Ιντερπόλ αυτό δεν τον εμπόδισε να πραγματοποιήσει συναλλαγές με τη Τουρκική τράπεζα ενώ υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες ότι ρόλο έπαιξε και η Βοσνιακή τράπεζα σε μεταφορές μικρότερων ποσών.
Ακόμα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Ισπανικής αστυνομίας η Τουρκική τράπεζα και το Βοσνιακό τμήμα είχε σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση και εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Αλ Κάιντα με τις διευκολύνσεις που παραχώρησε για μεταφορές χρημάτων.
Από τον Οκτώβριο του 2001 ο Καντί τότε 47 ετών, χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο οικονομικών των ΗΠΑ ως ” Specially Designated Global Terrorist (SDGT)” και τα ευρεθέντα κεφάλαια του “πάγωσαν”. Μια από τις μητρικές εταιρείες που κατείχε η “Qadi International”, είχε εμπλακεί σε πάμπολλες δοσοληψίες και την Αλβανία και στο Κοσσυφοπέδιο.
Στις 11 Ιουλίου του 2006 ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ερντογκάν δημοσίως εγγυήθηκε την εντιμότητα και αθωότητα του Σαουδάραβα Καντί ύστερα από σειρά δημοσιευμάτων στο Τουρκικό τύπο ότι και ο ίδιος είχε χρηματοδοτηθεί από επιχειρήσεις του Καντί στον προεκλογικό του αγώνα, κατά την περίοδο που οι διεθνείς αρχές ασφαλείας είχαν στοχοποιήσει το Καντί ως χρηματοδότη της Αλ Κάιντα. Παρόλα αυτά η δήλωση του Ερντογκάν στηρίχθηκε και στη ευνοϊκή για τον ίδιο απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα της Τουρκίας που αποφάσισε ότι ο Καντί δεν έχει ουδεμία σχέση με την Αλ Κάιντα.
Ο αριθμός των οργανώσεων με τον οποίο έχει κατηγορηθεί και εμπλακεί το όνομα του Καντί είναι εντυπωσιακός: Αλ Κάιντα, Χαμάς, Υπηρεσία πληροφοριών Τουρκίας, Ιράν, Σαουδικής Αραβίας, Αλβανίας και Πακιστάν, με τον Πρωθυπουργό Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα του, ενώ οι επιχειρήσεις του και οι ΜΚΟ διασπείρονται στις ΗΠΑ, Πακιστάν, Τουρκία, Καζακστάν, Νότια Αφρική, Σαουδική Αραβία. Κατά πολλούς θεωρείτε ως ένα από τα άτομα “Κλειδιά” για τη κατανόηση του παγκοσμίου εμπορίου ναρκωτικών και τη σύνδεση του με τη τρομοκρατία. Η έρευνα για τον ίδιο συνεχίζεται από τις διεθνείς αρχές, εάν και εμφανίζονται σημαντικές δυσκολίες για τη καταδίκη του λόγω των πολλαπλών και πολύ υψηλών επαφών του, όπως αποδείχθηκε στην πράξη με τη δημόσια στήριξη του ίδιου του Τούρκου Πρωθυπουργού.
Επιπλέον ένας από τους επιφανής πολιτικούς συμβούλους του Ερντογκάν, ονόματι Κουνείντ Ζαπσού έχει περιγραφεί από την εφημερίδα Χουριέτ ως άτομο το δεξί χέρι του Πρωθυπουργού που διαχειρίζεται το «Πράσινο χρήμα» από τους Ισλαμιστές. Υπάρχουν ήδη στη χώρα ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι που βρίσκονται πλησίον της κυβέρνησης όπως, το Anadolu Finance House που λειτουργούν ως τραπεζικοί οργανισμοί βασιζόμενοι στον Ισλαμικό νόμο και έχουν δημιουργηθεί με ισχυρή Σαουδαραβική υποστήριξη.
Ο Ζαπσού που διατηρούσε προσωπική επαφή με το Καντί μέσω Ισλαμικού φιλανθρωπικού ιδρύματος το οποίο βρίσκεται υπό έρευνα από τις Αμερικανικές υπηρεσίες, κατηγορούμενο ότι χρησιμοποιείτο για ξέπλυμα χρήματος από το Σαουδάραβα. Η εφημερίδα Wall Street Journal αποκάλυψε εμπιστευτική Τουρκική αστυνομική έκθεση σύμφωνα με την οποία ο Ζαπσού και η μητέρα του έδωσαν 300.000 δολάρια στην οργάνωση που ονομάζεται Muwafaq, η οποία αποκαλείτε επισήμως πλέον ως «Οργάνωση βιτρίνα της Αλ Κάιντα».
Ο στενός συνεργάτης του Πρωθυπουργού της Τουρκίας διατηρούσε σχέση και με τις τράπεζες Dallah Al Baraka, Dar Al Mal Al Islam που ιδρύθηκαν και αυτές από Σαουδαραβικά κεφάλαια. Οι ίδιες κατηγορούνται σε πολυάριθμες πολιτικές αγωγές από τους συγγενείς των θυμάτων της 11/9 π[ου έχουν συνολικά εγείρει αξιώσεις για αποζημιώσεις 1 τρις. Δολαρίων από τη Βασιλική οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας κατηγορώντας την ότι συμμετείχε εμμέσως στις επιθέσεις. Για την πρώτη τράπεζα οι κατηγορίες έχουν αποσυρθεί αλλά εκκρεμούν για την άλλη και εντός των επομένων ετών θα εκδοθεί η απόφαση που κατά την άποψη Αμερικανών δημοσιογράφων θα επιφέρει πολλαπλές αποκαλύψεις για το ρόλο πολλών κρατών, συμπεριλαμβανομένων και της Τουρκίας.
Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Γκιούλ, μεταξύ 1983 και 1991 απασχολούνταν ως οικονομικός αναλυτής στη Islamic Development Bank που εδρεύει στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας. Κατά αυτό το τρόπο ήρθε σε επαφή με τα κύρια στελέχη των Ισλαμικών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και απόκτησε εσωτερική και βαθιά γνώση των παγκοσμίων δικτύων που αυτά διαθέτουν. Βεβαίως η ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων και σε πολλές περιπτώσεις αποδείξεων μεταξύ τρομοκρατίας και χρηματοδότησης της από αυτά τα ιδρύματα δεν πρέπει να διέφυγε της προσοχής του σημερινού Προέδρου.
Ο Καντί ήταν ένας από τους έξι διευθυντές της Ισλαμικής ΜΚΟ Muwafaq Humanitarian Organization, που επισήμως είναι στη μαύρη λίστα του ΟΗΕ ως οργανισμός σύνδεσμος με την Αλ Κάιντα. Το όνομα του Καντί αναφέρεται σε απόρρητη αναφορά του 1998 του FBI, όπου κατονομάζεται ως χρηματοδότης της Χαμάς και στέλεχος οργανωμένου συστήματος ξεπλύματος μαύρου χρήματος σε παγκόσμια κλίμακα.
Επίσης συνεργάτης του προαναφερόμενου, ο Chafiq Ayadi, (γνωστός και ως Ayadi Shafiq, ή Ben Muhammad, ή Ayadi Chafik, Ben Muhammad ή Aiadi, Ben Muhammad, ή Aiady, Ben Muhammad), γεννημένος στις 21/01/1963 στη Τύνιδα- από το 1996 υπήρξε μεγαλομέτοχος στη Depozitna Banka και ταυτόχρονα κατάφερε να του αποδοθεί η Βοσνιακή υπηκοότητα μαζί με εκατοντάδες άλλους “Μουτζαχεντίν” που πολέμησαν στο εμφύλιο πόλεμο της χώρας και που είχαν προέλθει από Αραβικές χώρες.
Επιπλέον ο Αγιάντι ήταν πρόεδρος της ΜΚΟ Muwafak Foundation στη Κροατία και ο ίδιος καταχωρήθηκε με Προεδρική απόφαση των ΗΠΑ, αριθμός 13224, ως ” Specially Designated Global Terrorist”
Τον Απρίλιο του 1996, το ποσό των 500.000 Δολαρίων μεταφέρθηκε στο λογαριασμό του Αγιάντι στην τράπεζα του από τον Σαουδάραβα επιχειρηματία Salem Bin Mahfouz, την ίδια περίοδο που άρχισε έρευνα για συμμετοχή του σε τρομοκρατικές ενέργειες από τις Κροατικές αρχές ασφαλείας. Ο ίδιος ταυτόχρονα μετακίνησε 2,5 εκ. Βοσνιακά Μάρκα στο λογαριασμό του Muwafaq Foundation και επίσης αγόρασε την εταιρεία Euroinvest D.O.O στο Σεράγεβο. Συνέταιρος του εκεί παρουσιάστηκε ο Yasin al-Kadi, ο οποίος τον Σεπτέμβριο του 2000 εξαγόρασε τη συμμετοχή του συνεργάτη του στην εταιρεία και στην τράπεζα.
Η εταιρεία Euroinvest με έδρα στην οδό Ulica Armije, Τ.Κ 75264 Lukavac, μεταβίβαζε κατά την περίοδο 200-2001 μεγάλα χρηματικά ποσά στις ΜΚΟ που έχουν κατηγορηθεί ως μήλη του δικτύου της Αλ Κάιντα, Al Haramain, Al Masjed και Al Aqsa.
Ειδικό τμήμα
Ο Γάλλο-Αλγερινός τρομοκράτης Lionel Dumont που είχε πολεμήσει ως Μουτζαχεντίν στη Βοσνία διέφυγε από εκεί το 1999, ταξίδεψε στη Μαλαισία και στη συνέχεια κατέφυγε στο Τόκιο το 2002 με το όνομα Tinet Gerald Camille Armand
Κατά την περίοδο διαμονής του στη Μαλαισία σπούδαζε στο International Islamic University of Malaysia (IIUM) όπου και δημιούργησε τις απαραίτητες διασυνδέσεις προκειμένου να αλλάξει ξανά ταυτότητα και διαμονή, λόγω του διεθνούς εντάλματος της Ιντερπόλ μετά από Γαλλική αίτηση. Για να φανεί το παγκόσμιο μέγεθος της διαπλοκής των Βαλκανίων Ισλαμιστών τρομοκρατών, σημειώνετε ότι βασικός συνεργάτης του προαναφερθέντος ήταν ο Hamid Aich ο οποίος διέμενε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας και διαχειριζόταν την οργάνωση-βιτρίνα Mercy International, η οποία στην πραγματικότητα προετοίμαζε λογιστικά την 11/9 και άλλες τρομοκρατικές επιθέσεις.
Ο γνωστός για την εμπλοκή του στη διεθνή χρηματοδότηση τρομοκρατών, Σαουδάραβας Κροίσος Γιασίν Αλ-Καντί, είχε επισκεφτεί το Δουβλίνο και επιπλέον της Βοσνιακής τράπεζα που προαναφέρθηκε, διατηρούσε μετοχικό κεφάλαιο σε έτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα του Σεράγεβο, το BamCard, του οποίου το Δ.Σ αποτελείτε από άτομα που έχουν σπουδάσει στο IIUM της Μαλαισίας.
Ο Αλγερινής καταγωγής Hamid Aich, μεταξύ 1992-’95 έστελνε κεφάλαια στους Μουσουλμάνους της Βοσνίας και είχε παντρευτεί την Γιαπωνέζα Masumi Miyake, την οποία προσελύτησε στο Ισλάμ. Μάλιστα ζούσαν μαζί στο Δουβλίνο και ο ίδιος κατά διαστήματα πολεμούσε στο Σεράγεβο ενώ το υπόλοιπο διάστημα εργαζόταν ως λογιστής του πολυπλόκαμου οικονομικού δικτύου της ΑΛ Κάιντα.
Το 2000 κρατήθηκε για μερικές ημέρες από τις αρχές, αλλά στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος ελλείψει ικανών στοιχείων. Λίγες ημέρες πριν την 11/9 εξαφανίστηκε από προσώπου γης και ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι κατέφυγε στο Αφγανιστάν. Η σύζυγος του και το παιδί τους βρίσκονται στην Ιαπωνία την παρούσα περίοδο.
Όσον αφορά τον Lionel Dumont, συνελήφθη στη Γερμανία το Δεκέμβριο του 2004 και ενώ βρισκόταν στη διαδικασία οργάνωσης τρομοκρατικής ομάδας στο Τόκιο.
Οι δύο παραπάνω τρομοκράτες είχαν λάβει το βάπτισμα πυρός τους στη Βοσνία γεγονός που υποδεικνύει ότι η χώρα αυτή υπήρξε γενέτειρα πλήθους εξτρεμιστικών ομάδων και πεδίου εκπαίδευσης για σειρά ετών.